Καθόταν στο διπλανό τραπέζι με μια παρέα κοριτσιών που θα έλεγες ότι μόλις σχόλασαν από θεατρική παράσταση του κρατικού θεάτρου. Και λέω κρατικού γιατί τα ρούχα θύμιζαν έργο του περασμένου αιώνα με κίτρινη από πολυκαιρία δαντέλα στο μπούστο, χτενίσματα ακατάστατα πιασμένα σε ασύμμετρες μπούκλες μέχρι το λαιμό, μακιγιάζ υπερβολικό για την ηλικία τους και μέση δαχτυλίδι. Γελούσαν, ήταν πέντε , ήταν αδύνατο να καταλάβω τι έλεγαν, μιλούσαν όλες μαζί, τον είχαν στη μέση και αυτός κοντούλης και αδύνατος προσπαθούσε σε όλες να απαντήσει, αυτές έσκυβαν πάνω του σε προστατευτικό κλοιό μέσα στην καφετερία αφήνοντας μικρά περιθώρια οπτικής επαφής .Είχε τόση φασαρία μέσα στο μαγαζί, όπως κάθε Σάββατο μεσημέρι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης που θαρρείς ότι μοιράζουν δωρεάν τα ζεστά κρουασάν και ο καφές είναι προσφορά του καταστήματος.
Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας, ένας τύπο που φοβάσαι να αγκαλιάσεις αλλά θέλεις ν’ ακούσεις τι θα σου έλεγε, σκέφτηκα. Εντελώς απρόσμενα κάνει μέρος με τα χέρια του ανάμεσα στα κορίτσια και χωρίς να χαθεί ούτε για μια στιγμή το βλέμμα του από πάνω μου, μού μιλά στα αγγλικά «θα πάω να πλύνω τα χέρια μου και θα έρθω για σένα».
Οι φίλες μου με ρωτούν αν ζήτησα κάτι. Ήταν σίγουρες, ότι αφού ούτε για μια στιγμή δεν έφυγα από κοντά τους, μίλησα μαζί του με την άκρη του βλέμματος. Μα πως μπορεί να φλερτάρει ένα πρόσωπο ανέκφραστο όπως το δικό μου σήμερα, με την παθητικότητα μια κοριτσίστικης συνομιλίας με την Εύα και την Μαίρη.. και με ποιο τρόπο τον εξανάγκασα να απευθυνθεί στο μέρος μου? Από τις τόσες γυναίκες τις Σαββατιανές που παίρνουν τους δρόμους μετά από κομμωτήριο γιατί εμένα μια αχτένιστη, άβαφη χωρίς προκλητικές σακούλες με ψώνια και τώρα που το σκέπτομαι, με ένα τζιν και άσπρο πουκάμισο ήμουν..
Τι να θέλει από εμένα που μόνο έπρεπε να αφορά? Για να μου δώσει κάτι, ότι και να ήταν αυτό κάτι θα έπρεπε να πάρει..Και τι είναι αυτό που δίνεις χωρίς να το πουλάς, που το χαρίζεις χωρίς να σου ζητήσει κάποιος να το αγοράσει? Συνήθως είναι κάτι που κανείς δεν εκτιμά και κανείς δεν θέλει. Τότε γιατί είχα αγωνία … ξαφνικά ο χρόνος άρχισε να κυλά πιο αργά, άρχισα να παρατηρώ το τικ της απέναντι ,την τρελή από έρωτα στην άλλη άκρη, την άπιστη που γλεντοκοπά τον έρωτα όπως πίνει την μπύρα της. Για όλα αυτά που νομίζεις ότι νοιώθεις σαν να είσαι στο στήθος κάποιου άλλου την αίσθηση ότι κι εσύ το πέρασες αλλά σήμερα είναι σαν να μην σε αφορά. Αν έκλεινα τα μάτια θα ήμουν μέσα σε σαλόνι κρουαζιερόπλοιου, μόνη μέσα σε κόσμο χωρίς διαφυγή.
Πρέπει πάντως να έκλεισα προς στιγμή τα βλέφαρά μου, γιατί δεν θυμάμαι πως βρέθηκε μπροστά μου ο μικροκαμωμένος, κι εγώ ένα κορίτσι με πάθος, σήμερα μια γυναίκα στην πρώτη ωριμότητα έφτανε να κάνω μόνο μια ενέργεια - νταρντάνα ήμουν πάντα - για να εξαφανιστεί ο κόσμος όλος και αυτός μαζί. Δεν προσπάθησα, στριμώχτηκα στην φίλη μου δίπλα και τον άφησα να καθίσει. Δεν είχα καμιά περιέργεια, δεν μιλούσε την γλώσσα μου αλλά ήταν σαν να μην υπήρχε καμιά διαδικασία εσωτερικής μετάφρασης. Άρπαξε το χέρι μου μέσα στις παλάμες του που δεν αντιστάθηκε, σαν να είχε ανάγκη την πάρτη τους. Ένα τατουάζ στο μπράτσο αχνό και αδιάφορο, χέρια δουλεμένα, μικρά και λεπτά δάχτυλα, κόμπος στο λαιμό του, ηλικίας που έπαιζε μεταξύ τρίτης και τέταρτης δεκαετίας. Η αναμονή ήταν όσο γεμίζει μία σύριγγα, μια ειρήνη που δεν την έβλεπα, θα πρέπει να με αγκάλιασε.
Το δυστύχημα πρέπει να συνέβη ακριβώς εκείνη την στιγμή. Είναι εκείνο το κλάσμα δευτερολέπτου που αφού έχεις συγκρουστεί με ακίνητο στόχο, δεν θυμάσαι τίποτα, απλά ξέρεις ότι είσαι κάπου μετέωρη και εύχεσαι να είσαι ζωντανή. Συνειδητοποιώ ότι ήθελα να παίξω, να κάνω ποδήλατο και να ακούσω μουσική. Όλα αυτά ήταν ικανά να με επαναφέρουν και όχι ο κοντοπίθαρος που ήταν μπροστά μου, που θα τον έλεγες και φουκαρά αν δεν είχε εκείνα τα μάτια που καταγράφουν και διαβάζουν, ικανά να απαγγέλουν απέξω κατεβατά, μόνο με μια φορά.
Δεν θυμάμαι αν άρθρωσα κάτι, κάτι σπάνιο για μένα, ξέρω όμως ότι αυτό που σας διηγούμαι είναι πέρα για πέρα αληθινό, έτσι αποφάσισα να το γράψω, να είστε επιεικείς με την ανεπάρκειά μου να μεταφέρω τι ένιωσα, δεν μπορώ να βγάζω αρώματα αισθημάτων χωρίς σκοπό. Έτσι άφησα να περάσει καιρός όπως όταν γράφω σε ημερολόγιο που το βλέπω, το παρατηρώ αλλά το ξαναδιαβάζω μετά, αφού καταλαγιάσουν οι λέξεις.
Ο Θεός δεν μιλάει, στέλνει αγγέλους γι΄ αυτή την δουλειά. Ο ήρωας μου, μού είπε ότι είναι «άγγελος» όταν τον ρώτησα ποιος είναι. Το ήξερε ότι ήταν ειρωνικό το σχόλιό του γιατί οι άγγελοι επί της γης μπορεί να μην έχουν φτερά, αλλά έχουν άρωμα. Αβασάνιστα μπορώ να πω ότι στην ατμόσφαιρα υπήρχε μία μυρωδιά που δεν είχε σχέση με άρωμα καφέ, κανέλλας από τον καπουτσίνο, φράουλας από το λιπ γκλος της Εύας, ρόδια από αυτό που φορούσε η Μαίρη που μόλις τα είχε λουστεί από τα δείγματα του εμπορικού κέντρου. Δεν ήταν αναγνωρίσιμη, ήταν αδιευκρίνιστη απροσδιόριστη, έκανε όμως το άγγιγμα ακριβό. Σήμερα θα έλεγα ότι ήταν το αίσθημα μιας πετσέτας μεταχειρισμένης από αρωματισμένους ανθρώπους.
«Πως γίνεται να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι» αναρωτήθηκα. Ένας άγνωστος μου κρατά το χέρι και με διαβάζει κι εγώ τι σόι πράγμα είμαι που του το επιτρέπω.. Είδα μια ταινία εχθές βράδυ όπου ο πρωταγωνιστής διάβαζε το μέλλον και ήξερε πώς να προετοιμαστεί στο επόμενο βήμα δυσκολίας. Μια ταινία καταπληκτική θα μου πείτε, που όλοι θέλουν να ζήσουν, αρκεί να ίσχυε μόνο για τους ίδιους και όχι για τους διπλανούς τους σαν αποκλειστικό προνόμιο και επίγειο δώρο από το σύμπαν.
Ο «άγγελος» λοιπόν διάβαζε το παρελθόν μου, θεέ μου αν υπάρχεις πες μου τι συμβαίνει, προχωρώντας σε λεπτομέρειες που μόνο εγώ γνώριζα, είχα ξυπνήσει από το δυστύχημα και ήμουν αποδεσμευμένη απ’ ότι κουβαλούσα, υποδεικνύοντας τις δικές μου δυνατότητες να μεταφέρω ότι είχα μέσα στον σκληρό δίσκο μου ή ανακαλύπτοντας ότι υπάρχουν πραγματικά χαρισματικοί που διαισθάνονται χωρίς να μηχανεύονται την μοίρα.
Προσπαθώντας να διασκεδάσει την παγωμάρα μετά την αμηχανία, μου λέει …μα φυσικά το αιφον είναι δώρο ενός μηχανικού… μόνο ένας μηχανικός θα μπορούσε να σου κάνει τέτοιο δώρο – να θυμηθώ να ζητήσω το νέο μοντέλο σκέφτηκα. Καμιά εξήγηση για την λεπτομερή περιπλάνηση όλης της δικής μου τελευταίας τριακονταετίας μπροστά στα μάτια μας που χωρίς συστολή απλώθηκε σαν φρέσκο χαμομήλι πάνω σε καμβά για να γίνει γιατρικό. Το να προσπαθήσω να μαζέψω την μπουγάδα με αέρα ήταν άτοπο, τον άφησα χωρίς καμιά εναντίωση να συνεχίσει και να περάσει στα μελλούμενα, τα ταλέντα ξέρουν να σου κρατούν την αναπνοή μέχρι να μην μπορείς να κάνεις αλλιώς.
Εκείνη ακριβώς την στιγμή που δεν ήξερες αν έπρεπε να ερωτευθείς το ταλέντο, να επαινέσεις έναν καλό (?) άνθρωπο που χωρίς να έχει παρουσιαστικό ενός σοφού γέρου, με την εύνοια κάποιας απροσδιόριστης δύναμης, σε διάβαζε όπως ο Νιο στο Μάτριξ, η Εύα σηκώθηκε λέγοντας «αυτά είναι διαβολικά, δεν θέλω να έχω σχέση…» και φεύγει. Κάτι έχει υποκλέψει ο «άγγελος» μου σκέφτομαι, δεν μπορεί κάτι κρύβει..ο κόσμος είναι γεμάτο συνταγές και στο διαδίκτυο είναι όλες προσβάσιμες, δεν υπάρχει κάτι χωρίς να γνωρίζουμε τα συστατικά του. Στο κάτω- κάτω δεν υπήρχε τίποτα πιπεράτο στη ζωή μου ένας φόνος ας πούμε, μια δολοπλοκία και πως θα μπορούσε άλλωστε να το σκεφτόταν κάποιος αν με έβλεπε μέσα στο τζιν μου με ύφος μιας που θα έλεγες καλοζωισμένης .
Σε αυτό το σημείο πρέπει να γράψω για την ανατροπή. Σε όλα τα ενδιαφέροντα διηγήματα υπάρχουν ανατροπές που κρατούν τον αναγνώστη. Αν δεν έχετε φύγει μέχρι τώρα, σας λέω ότι η άνεση που ζούσα αναποδογύρισε στα χαϊδεμένα μου αυτιά σε κλάσμα δευτερολέπτου. Η ακρίβεια των πραγμάτων που είχαν ειπωθεί μέχρι εκείνη την στιγμή δεν μου επέτρεπε να γυρίσω να πω «τώρα αποσύνδεσέ με…» Αν και υπήρξε σαφής ο «άγγελος» ότι δεν επρόκειτο να μου μιλήσει για θάνατο, για απώλεια αγαπημένων, υπάρχουν και θέματα ίδιας συγκινησιακής δυναμικότητας, με αυτά που λέω εγώ ικανά να φύγουν χωρίς κλάμα γιατί ο πόνος είναι ανάξιος ακόμη και για δάκρυα. Τα άκλαυτα λοιπόν δεν τα αφήνεις άθαφτα. Κάνεις κανονική κηδεία και μνημόσυνο αν χρειαστεί. Οπλές καλογυαλισμένες λοιπόν ποδοπατούν κάθε τι εύθραυστο μέσα σου και είναι γνωστές οι παροιμίες για τα γυαλιά που δεν ξανακολλάνε. Η αίγλη μιας αξιοπρόσεκτης ιστορίας σαν την δικιά μου, λυγίζει στην αφωνία μιας κηδείας. Η προδοσία της φίλης μου που έφυγε σαν ερωμένη σκηνοθέτη που αποκαλύφτηκε, βαρύνει την ατμόσφαιρα. Ο ρόλος της δίπλα στον άνδρα μου μπορεί να ήταν μικρός, αλλά τι ταπείνωση μπορεί να λύσει μια πράξη μπροστά σε έναν θεατή, την νόμιμη γυναίκα που συμβαίνει να είναι και η καλύτερη φίλη σου? Το χειροκρότημα της πράξης δεν υπήρξε..Η Εύα έφυγε χωρίς να ακούσει την ετυμηγορία της απώλειας του παραδείσου. Το μήλο σάπισε και έπεσε και μου ήταν αδιάφορο ποιος άλλος το δάγκωσε, μου έφτανε που στον πειρασμό έπεσε αυτή που είχα περισσότερη εμπιστοσύνη. Όταν συναντάς στη ζωή σου χαντάκι, ανάμεσα σε αυτό που δεν μπορείς να κάνεις και αυτό που πρέπει εξαναγκαστικά να κάνεις, προτιμάς να παγιδευτείς. Έτσι κι εγώ παγιδεύτηκα σε μια αρρώστια χωρίς να έχω κάνει εμβόλιο.
Δεν ελευθέρωσα το χέρι μου. Ήθελα να μάθω και άλλα. Όχι όμως αυτό που νομίζετε, είχα σχέδια να καταστρώσω, όνειρα να πραγματοποιήσω. Θα σχεδιάσω άλλη ώρα την εκδίκηση? Δεν είμαι τέρας, τρέφω ανεκτίμητη αγάπη στα έντομα αλλά αυτά μπορούν και μόνα τους να εξολοθρευτούν.. Η Μαίρη δίπλα μου με έξαψη αλλά με φροντίδα, μού πιάνει το άλλο χέρι. «πάμε να φύγουμε..» μου λέει. Πρέπει να το είπε αρκετές φορές, αλλά ο βαρκάρης πρέπει να πηγαινοήρθε πολλές φορές στον Αδη και δεν έδωσε σημασία στα λόγια της.
Ο «άγγελος» δίπλα μου μερίμνησε για όλα. Μέσα σε δόση ναρκωτικού που με πότισε, σε λιγότερη από μισή ώρα έντυσε την ζωή μου με αγάπη, έρωτα και προδοσία. Με γενναιοδωρία ανταπέδωσε την ταπείνωση της στιγμής και τον ρόγχο πληγωμένου ζώου με διαισθαντικές υπέροχες στιγμές μελλοντικής επιτυχίας των παιδιών μου. Όσα το μυαλό αγνοούσε, στο στήθος μου παρέμεναν ακέραια αισθήματα, ολοκληρωμένα, ελάχιστα από αυτά ήταν ετοιμοθάνατα. Μπορεί να άκουσα «σας αγαπάει πραγματικά, θέλει την προσοχή σας, εγωιστικά αλλά αισθάνεται μόνος..» δεν θυμάμαι μπορεί και να έπλεκα εκείνη την ώρα, όπως κάνω κάθε φορά που θέλω στιγμές περισυλλογής και φως σε αδιέξοδα. Όταν κανείς δεν θέλει να ταράξει τα νερά, καταστρώνεις σχέδια πώς να εξαφανίσεις τον άνεμο. Υπάρχει τέτοια δυνατότητα θα μου πείτε? Αν ισχυριστείς πως δεν μπορείς, τότε δεν υπάρχει περίπτωση να έχεις επισκεφτεί το Πόρτο Κουφό.
Ο «άγγελος» μου έφτασε στη στιγμή που έπρεπε να δικαιολογήσει τις γνώσεις του. « Όταν μελετά κανείς την Καμπαλά σε θεωρητικό επίπεδο είναι σαν να μελετά κανείς την "αγάπη" χωρίς ποτέ να την βιώνει σε προσωπικό επίπεδο» μου λέει. «Ο τρόπος προσέγγισης της Καμπαλά είναι αυτός που σου επέτρεψε να δεις την πραγματικότητα από άλλη διάσταση» συνεχίζει.
«Γιατί εμένα?» ήταν μια ερώτηση που από την πρώτη στιγμή ήθελα να τον ρωτήσω.
Αυτός ο περιφερόμενος εβραίος καμπαλιστής που πρώτη φορά έβλεπα στη ζωή μου, που δεν υπήρχε ποτέ πιθανότητα να είχαμε ξανασυναντηθεί, δεν είχαμε κανένα κοινό γνωστό ή φίλο ανέτρεψε την καθημερινότητά μου αθώα, έκοψε το σχοινί σε κατοστάρι.
Με ρώτησες κάτι μου είπε… η απάντηση είναι «ότι με εσένα δεν θα έπληττα..» Κι εγώ που ποτέ δεν υπήρξα ηρωίδα κανενός, αλλά ζούσα όλα τα βιβλία που διάβαζα, συνειδητοποίησα ότι έγινα πρωταγωνίστρια της τελευταίας πράξης μιας ιστορίας που κάποιος την βρήκε ενδιαφέρουσα.
Κοιτάζομαι στον απέναντι καθρέφτη με αυταρέσκεια. Με βρίσκω όμορφη για σήμερα.Να μη ξεχάσω να βάψω τα νύχια μου, με εκείνο το βαθύ κόκκινο..