Tuesday, October 16, 2012

"Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου" σχολιάζοντας την παράσταση με την Νένα Μεντή από την Ξανθίππη

Η θεατρική παράσταση είναι βασισμένη στο βιβλίο της Ρέας Μανέλη "Η γιαγιά μου η Ευτυχία". "‘Ενας αετός χωρίς φτερά", "μια γυναίκα που πήρε από τη νιότη χρώματα  κι απ΄την αγάπη νήμα", "ένα αλάνι διαλεχτό παιδί μέσα στην πιάτσα", που γνώρισε τις "δυο πόρτες της ζωής" και έγραψε για "όνειρα απατηλά",  "περασμένες αγάπες", φτώχεια, ξεριζωμό.

Μέσα από την παράσταση συνειδητοποιείς ότι το δάκρυ της Ευτυχίας  πήραμε και το κάναμε συντροφιά όλοι μας. Η ιστορία  του λαικού τραγουδιού στα χρόνια τα δύσκολα, της εποχής των μπουλουκιών και του ρεμπέτικου τότε που η φτώχεια έδινε έναυσμα για δημιουργία και ο πόνος για τέχνη πάνω σε χαρτί και μπουζούκι. Μέσα  από την αντισυμβατική ζωή της η στιχουργός Ευτυχία τροφοδότησε την δική μας με αριστουργηματικά τραγούδια που μερικά από αυτά ακούμε από προσεκτική  επιλογή της Ελεάνας Βραχάλη στο θεατρικό έργο.

Η αφηγηματική αριστοτεχνία της Μεντή αποκαλύπτει τον καλύτερο θεατρικό ρόλο της μέχρι σήμερα. Αφιερώνεται στην παρουσίασή της ηρωίδας της με τρόπο, όσο πρέπει ρεαλιστικό, αποφεύγοντας τις συγκινησιακές υπερβολές. Δίνει το στίγμα της μαγκιόρας γυναίκας με επιτυχία, παίρνοντας πάνω της το βάρος της παράστασης που τα σκηνικά, η όλη επιμέλεια περνούν σε δεύτερη γραμμή εσκεμμένα, σχεδόν αόρατα,  προκειμένου να δώσουν φως και δύναμη  στη φωνή της.  Σκοτεινή  σκηνή όπως σκοτεινή ήταν και η Ευτυχία. Τι παράλογο να έχεις ένα τέτοιο όνομα που δεν μπόρεσε να ξορκίσει ευεργετικά  τις εναλλαγές μιας ζωής? 

Στο έργο η Ευτυχία μιλάει με επτά πρόσωπα την Μαρίκα Κοτοπούλη, τον Γιώργο τον άντρα της, τον Τσιτσάνη, τον Χιώτη, την Ρέα την εγγονή της και την Μαριόγκα τη μητέρα της. Γυναικείες  κουβέντες, με μυαλό μιας γυναίκας που δεν βλέπει τόσο καλά την καθημερινότητά της όσο την σκέφτεται και την εκφράζεται. Τις τραγωδίες της ζωής της, τής έκανε  ποιήματα και η εμπειρία που δεν ήρθε ποτέ, μελοποιήθηκε και έγινε τραγούδι από συνθέτες όπως ο Τσιτσάνης, Χιώτης, Καζαντζίδης, Χατζιδάκης, Καλδάρας, Ζαμπέτας και άλλους που έχτισαν φήμη. Ερμηνεύτηκαν  από τους πιο αξιόλογους τραγουδιστές που γνώρισε η χώρα μας και που σιγοψιθυρίσαμε όλοι μας, μα όλοι. Αντιλαλούνε τα βουνά ..Το συνταρακτικό είναι ότι τα τραγούδια στο έργο είναι «δεμένα» με την αιτία της έμπνευσης και ακόμη πιο ελκυστικό είναι ότι η εγγονή, σαν προσωπική μάρτυρας, δίνει την σφραγίδα της αληθοφανούς συνάφειας.

Η Ευτυχία γεννημένη στο Αιδίνι της Μικράς Ασίας το 1893 ήρθε μαζί με τους άλλους ξεριζωμένους στην πατρίδα. Σταδιοδρόμησε σαν ηθοποιός, δασκάλα και ποιήτρια αλλά έγινε γνωστή ως η πιο σπουδαία λαική στιχουργός. Έζησε μια πολυτάραχη ζωή που τελείωσε το 1972. Η υπόληψη λίγο την απασχόλησε, η φήμη ήρθε χωρίς να το επιδιώξει. Δεν ενδιαφέρθηκε για  αναγνώριση του έργου της, έδινε στίχους δεξιά και αριστερά πολλές φορές χωρίς να κατοχυρώνει το όνομά της για είσπραξη δικαιωμάτων και όλα αυτά που ζητάμε από τον Θεό.

Φεύγεις «γεμάτος» από την παράσταση που καταχειροκροτείται για δεύτερη χρονιά από όρθιους θεατές στο τέλος. Είναι το δέος που νοιώθεις ότι «εκείνο και το άλλο» τραγούδι ανήκαν σε έναν άνθρωπο.. επιφωνήματα θαυμασμού στο άκουσμα των τραγουδιών, ίσως και έκπληξης, ότι πίσω από τις τεράστιες επιτυχίες που μπήκαν στις καρδιές μας κρύβεται μια ζωή βασανισμένη.

Αν ζούσε η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και έβλεπε την τιμή που της αποδίδουν πιθανότατα να αναρωτιόταν γιατί.
Είναι  παρήγορο  να βλέπεις τα επαναλαμβανόμενα πάθη να γίνονται από τόσους χαρισματικούς ανθρώπους.

κείμενο-σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας, σκηνικά-κοστούμια: Αναστασία Αρσένη, φωτισμοί: Ανδρέας Μπέλλης, επιλογή τραγουδιών: Ελεάνα Βραχάλη, μουσική επένδυση: Γιάννης Χριστοδουλόπουλος

Friday, September 28, 2012

Η ΚΟΥΚΛΑ της Ξανθίππης Γκλαβοπούλου

Την κούκλα της δεν μπορούσε να την χτενίσει,  γιατί δεν είχε μαλλιά. Έπαιρνε τα μολύβια της  και της τα ζωγράφιζε. Τα ρούχα της τα έραβε μόνη της από  τα ρετάλια που άφηνε η μοδίστρα της μαμάς.  Για  παπούτσια  έβαζε τα δικά της μωρουδίστικα τιρλίκια. Της άλλαζε κάθε μέρα φόρεμα,  δεν ήθελε να νομίζουν οι φίλες της ότι η Τζένη - έτσι την έλεγε -  έχει μόνο ένα και μοναδικό.  Συχνά άλλαζαν ρούχα μεταξύ τους με τις  άλλες κούκλες,  των φιλενάδων. Ήταν όλες  ίδιες,  παχουλές σαν φρατζόλες, με γαλάζια μάτια και  καραφλό κεφάλι. Και   όλες μαζί,  ντυμένες στην τρίχα,  έκαναν δουλειές. Μαγείρευαν, έπαιζαν  «σπιτάκια»,  έκαναν επίσκεψη ή μια στο χάρτινο  της  άλλης.

Μια μέρα  δέχτηκε στο σπιτάκι της  την ξαδέλφη της, με την δική της κούκλα,  να παίξουν. Η  κούκλα της ήταν Αμερικάνα, με ξανθά μακριά μαλλιά,  φορούσε μπλου τζιν στενό και μπλουζάκι με πέτρες που γυάλιζαν .  Ήταν  αδύνατη και  τόσο όμορφη που της κόπηκε η ανάσα. Το πρόσωπό της ήταν ροδαλό, τα χείλη της βαμμένα κόκκινα κερασένια,  είχε μακριά δάχτυλα  που μπορούσες να  βάψεις  τα νύχια  της,  ότι χρώμα ήθελες.  Έκρυψε τα αισθήματά της, φοβήθηκε μη την προδώσουν τα μάτια της,  όταν απομακρύνθηκε η ξαδέλφη της,  χάιδεψε τα χρυσαφένια μαλλιά της και της είπε στο αυτί «Σ΄αγαπώ». Την έσφιξε στην αγκαλιά της, την φίλησε στα μάγουλα, εκείνη το βράδυ έκλαψε στο μαξιλάρι της.  Στο σκοτάδι συλλογίστηκε ότι κάποτε  θα έχει πολλές  πολλές  κούκλες  με αμέτρητα  ρούχα  για να τις αλλάζει κάθε ώρα και σπιτάκι παραμυθένιο με υπηρέτρια και σωφέρ. Η σκέψη να ζητήσει από τους γονείς της  μια αμερικάνα κούκλα ήταν απαγορευμένη, μια τέτοια  πιθανότητα  την έκανε να κοκκινίζει από  ντροπή. Κανένας στην γειτονιά δεν είχε διαφορετική κούκλα,  έτσι κάθε προσπάθεια ήταν καταδικασμένη να παραμείνει άκαρπη.

Δεν σταμάτησε  ποτέ να  σκέφτεται την ροζ  Σάντυ .Την Τζένη την άφησε με τρυφερότητα στην πολυθρόνα του δωματίου της και πότε-πότε την χάιδευε με ευγνωμοσύνη. Δεν της ήταν  πια αφοσιωμένη και πιστή,  ήξερε τι ήθελε για να είναι ευτυχισμένη.

Οι επιθυμίες της  συμφιλιώθηκαν με τα χρόνια και με την ζωή της. Είχε την ευκαιρία  να πραγματοποιήσει τα παιδικά της όνειρα, κάνοντας ένα καλό γάμο -παντρεύτηκε τον διευθυντή της  Πολεοδομίας-  και μένοντας αφοσιωμένη στα θέλω της  σε όλη την ενήλικη ζωή της,  χωρίς καμιά έκπτωση . Πίστευε ότι η επιμονή της ήταν αυτή  που η ζωή τής  χάρισε  ότι επιθυμούσε πλουσιοπάροχα.  Ήταν τέτοια η προσήλωσή της  που ποτέ δεν σταμάτησε να αγοράζει κούκλες όμορφες  όπως  και κοσμήματα και ρούχα από επώνυμους οίκους.

 Λάτρευε να κουρνιάζει μαζί με την κόρη της  στο κρεβάτι και να αραδιάζουν όλες τις Μπάρμπι, δεκάδες,  η κάθε μια μαζί τα δικά της ρούχα για κάθε στιγμή και περίπτωση. Δεν χρειαζόταν να τις αλλάξουν, ο χρόνος περνούσε παίζοντας, επινοώντας  επιδείξεις μόδας,  εκδρομές και κοσμικές εκδηλώσεις.

Κοίταζε τον εαυτό της , ένοιωθε ότι όλα ήταν εντάξει, η ζωή της μια χαρά. Γελούσε από μέσα της  δεν είχε κανένα δίλημμα, αγωνία, δειλία ή ντροπαλοσύνη. Επέστρεφε στο σπίτι της  από τα ψώνια μην έχοντας  κανένα δισταγμό να ξοδέψει.  Κάθε φορά ο άνδρας της επιδοκίμαζε  τις αγορές της με ενθουσιασμό,  επευφημώντας το καλό της γούστο και την αισθητική που ήταν διάχυτη  και με υπερβολή μέσα στο σπίτι και στον κήπο.  Πλήρωνε για τα πάντα ο καλός της,  δίνοντας της αίσθηση ξεγνοιασιάς που μόνο μεθυσμένοι μπορούν να έχουν.

Όταν όλες οι πόρτες είναι  κλειστές πως μπορεί  ο τρόμος με δύναμη να μπει μέσα? Ο φόβος δεν ερχόταν από το παρελθόν, ήταν εκεί  παρόν  και  δυνάστευε. Εκείνο το βράδυ, ο άνδρας  της  ανάστατος  ξεκαθάρισε τα χαρτιά του γραφείου του, κάποια  πέταξε στο τζάκι και γυρνώντας  προς το μέρος της το μόνο που της είπε ήταν «Προσπάθησε να μείνεις ήρεμη».

Η καρδιά της πήγε να σπάσει, μια θηλιά στο λαιμό την έπνιγε, ο φόβος ότι θα ακουστεί την εμπόδισε να ουρλιάξει .Όσο πλησίαζε η ώρα του αποχαιρετισμού,  τόσο μεγαλύτερη μοναξιά ένοιωθε, τόσο πιο πολύ χαμένη.

Και τώρα ? Κοίταξε τις κούκλες της και ένας αναστεναγμός έφυγε από μέσα της. Με πρόσωπο ωχρό πλησιάζει την Τζένη, και με αυτήν σφιγμένη στην αγκαλιά της, κρύβει το πρόσωπό της σε ένα μαξιλάρι, μέσα στα χέρια της,  να μην ακουστούν τα αναφιλητά της. 

Friday, June 22, 2012

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΗΤΑΝ ΔΙΗΓΗΜΑ από την Ξανθίππη

Καθόταν στο διπλανό  τραπέζι με μια παρέα κοριτσιών που θα έλεγες ότι  μόλις σχόλασαν από θεατρική παράσταση του κρατικού θεάτρου. Και λέω κρατικού γιατί  τα ρούχα θύμιζαν έργο του περασμένου αιώνα με κίτρινη από πολυκαιρία δαντέλα στο μπούστο, χτενίσματα  ακατάστατα  πιασμένα σε ασύμμετρες μπούκλες μέχρι το λαιμό, μακιγιάζ  υπερβολικό για την ηλικία τους και μέση δαχτυλίδι. Γελούσαν, ήταν πέντε ,  ήταν αδύνατο να καταλάβω τι  έλεγαν, μιλούσαν όλες μαζί,  τον είχαν στη μέση και αυτός  κοντούλης και αδύνατος προσπαθούσε σε όλες να απαντήσει, αυτές έσκυβαν πάνω του σε προστατευτικό κλοιό μέσα  στην καφετερία αφήνοντας  μικρά περιθώρια οπτικής επαφής .Είχε τόση φασαρία μέσα στο μαγαζί, όπως κάθε Σάββατο μεσημέρι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης που θαρρείς ότι μοιράζουν δωρεάν τα ζεστά κρουασάν και ο καφές  είναι  προσφορά του καταστήματος.

Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας,  ένας τύπο που  φοβάσαι να αγκαλιάσεις αλλά θέλεις ν’ ακούσεις τι θα σου έλεγε, σκέφτηκα. Εντελώς απρόσμενα κάνει μέρος με τα χέρια του ανάμεσα στα κορίτσια και χωρίς να χαθεί ούτε για μια στιγμή το βλέμμα του από πάνω μου, μού μιλά  στα αγγλικά «θα πάω να πλύνω τα χέρια μου και θα έρθω για σένα».

Οι φίλες μου με ρωτούν αν ζήτησα κάτι. Ήταν σίγουρες, ότι αφού ούτε για μια στιγμή δεν έφυγα από κοντά τους, μίλησα μαζί του με την άκρη του βλέμματος. Μα πως μπορεί να φλερτάρει ένα πρόσωπο ανέκφραστο όπως το δικό μου σήμερα, με την παθητικότητα μια κοριτσίστικης συνομιλίας με την Εύα και την Μαίρη.. και με ποιο τρόπο τον εξανάγκασα να απευθυνθεί στο μέρος μου? Από τις τόσες γυναίκες  τις Σαββατιανές  που παίρνουν τους δρόμους  μετά   από κομμωτήριο  γιατί εμένα μια αχτένιστη, άβαφη  χωρίς προκλητικές σακούλες  με ψώνια και τώρα που το σκέπτομαι,  με ένα τζιν και άσπρο πουκάμισο ήμουν..

Τι να θέλει από εμένα που μόνο έπρεπε να αφορά? Για να μου δώσει κάτι, ότι και να ήταν αυτό κάτι θα έπρεπε να πάρει..Και τι είναι αυτό που δίνεις χωρίς να το πουλάς, που το χαρίζεις  χωρίς να σου ζητήσει κάποιος να το αγοράσει? Συνήθως είναι κάτι που κανείς δεν  εκτιμά και κανείς δεν θέλει. Τότε γιατί είχα  αγωνία … ξαφνικά ο χρόνος άρχισε να κυλά πιο αργά, άρχισα να παρατηρώ το τικ της απέναντι ,την τρελή από έρωτα στην άλλη άκρη,  την άπιστη που γλεντοκοπά τον έρωτα  όπως πίνει την μπύρα της. Για όλα αυτά που νομίζεις ότι νοιώθεις  σαν να είσαι στο στήθος κάποιου άλλου  την αίσθηση ότι κι εσύ το πέρασες  αλλά σήμερα είναι σαν να μην σε αφορά. Αν έκλεινα τα μάτια θα ήμουν μέσα σε σαλόνι κρουαζιερόπλοιου,  μόνη μέσα σε κόσμο χωρίς διαφυγή.

Πρέπει  πάντως να έκλεισα προς στιγμή τα βλέφαρά μου, γιατί δεν θυμάμαι πως βρέθηκε μπροστά μου ο μικροκαμωμένος, κι εγώ ένα κορίτσι με πάθος,  σήμερα μια γυναίκα  στην πρώτη ωριμότητα  έφτανε να κάνω μόνο μια ενέργεια - νταρντάνα ήμουν πάντα - για να εξαφανιστεί  ο κόσμος όλος και αυτός μαζί. Δεν  προσπάθησα,  στριμώχτηκα στην φίλη μου δίπλα και τον άφησα  να καθίσει. Δεν είχα καμιά περιέργεια,  δεν μιλούσε την γλώσσα μου αλλά ήταν σαν να μην υπήρχε καμιά διαδικασία εσωτερικής μετάφρασης. Άρπαξε το χέρι μου μέσα στις παλάμες του που δεν αντιστάθηκε, σαν να είχε ανάγκη την πάρτη τους. Ένα τατουάζ στο μπράτσο αχνό και αδιάφορο, χέρια δουλεμένα,  μικρά  και λεπτά δάχτυλα, κόμπος στο λαιμό του, ηλικίας που έπαιζε μεταξύ τρίτης και τέταρτης δεκαετίας. Η αναμονή ήταν όσο γεμίζει μία σύριγγα,  μια  ειρήνη που δεν την έβλεπα,  θα πρέπει να με αγκάλιασε.

Το δυστύχημα πρέπει να συνέβη ακριβώς εκείνη την στιγμή. Είναι εκείνο το κλάσμα δευτερολέπτου που αφού έχεις συγκρουστεί με ακίνητο στόχο, δεν θυμάσαι τίποτα, απλά ξέρεις ότι είσαι κάπου μετέωρη και εύχεσαι να είσαι ζωντανή. Συνειδητοποιώ ότι ήθελα να παίξω, να κάνω ποδήλατο και να ακούσω μουσική. Όλα αυτά ήταν ικανά να  με  επαναφέρουν  και όχι ο κοντοπίθαρος που ήταν μπροστά μου, που θα τον έλεγες και φουκαρά αν δεν είχε εκείνα τα μάτια  που καταγράφουν και διαβάζουν, ικανά να απαγγέλουν απέξω κατεβατά, μόνο με μια φορά.

Δεν θυμάμαι αν άρθρωσα κάτι, κάτι σπάνιο για μένα, ξέρω όμως ότι αυτό που σας διηγούμαι είναι πέρα για πέρα αληθινό, έτσι αποφάσισα να το γράψω, να είστε επιεικείς με την ανεπάρκειά μου να μεταφέρω τι ένιωσα, δεν μπορώ να βγάζω αρώματα αισθημάτων  χωρίς σκοπό. Έτσι  άφησα να περάσει καιρός όπως όταν γράφω σε ημερολόγιο  που το βλέπω, το παρατηρώ αλλά το ξαναδιαβάζω μετά,  αφού καταλαγιάσουν οι λέξεις.

Ο Θεός δεν μιλάει, στέλνει αγγέλους γι΄ αυτή την δουλειά. Ο ήρωας μου,  μού είπε ότι είναι «άγγελος» όταν τον ρώτησα ποιος είναι. Το ήξερε ότι ήταν ειρωνικό το σχόλιό του γιατί οι άγγελοι επί της γης μπορεί να μην έχουν φτερά, αλλά έχουν άρωμα. Αβασάνιστα μπορώ να πω ότι στην ατμόσφαιρα υπήρχε μία μυρωδιά που δεν είχε σχέση με άρωμα καφέ, κανέλλας από τον καπουτσίνο, φράουλας από το λιπ γκλος της Εύας, ρόδια από αυτό που φορούσε η Μαίρη που μόλις τα είχε λουστεί από τα δείγματα του εμπορικού κέντρου. Δεν ήταν αναγνωρίσιμη, ήταν αδιευκρίνιστη απροσδιόριστη,  έκανε όμως το άγγιγμα ακριβό. Σήμερα θα έλεγα ότι ήταν το αίσθημα μιας πετσέτας  μεταχειρισμένης από αρωματισμένους ανθρώπους.

«Πως γίνεται να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι» αναρωτήθηκα. Ένας άγνωστος μου κρατά το χέρι και με διαβάζει κι εγώ τι σόι πράγμα είμαι που του το επιτρέπω.. Είδα μια ταινία εχθές βράδυ όπου ο πρωταγωνιστής διάβαζε το μέλλον και ήξερε πώς να προετοιμαστεί στο επόμενο βήμα δυσκολίας. Μια ταινία καταπληκτική θα μου πείτε, που όλοι θέλουν να ζήσουν, αρκεί να ίσχυε μόνο για τους ίδιους και όχι για τους διπλανούς τους σαν αποκλειστικό προνόμιο και επίγειο δώρο από το σύμπαν.

Ο «άγγελος» λοιπόν διάβαζε το παρελθόν μου, θεέ μου αν υπάρχεις  πες μου τι συμβαίνει, προχωρώντας σε λεπτομέρειες που μόνο εγώ γνώριζα, είχα ξυπνήσει από το δυστύχημα και ήμουν αποδεσμευμένη απ’ ότι κουβαλούσα, υποδεικνύοντας τις δικές μου δυνατότητες να μεταφέρω ότι είχα μέσα στον σκληρό δίσκο μου ή ανακαλύπτοντας ότι υπάρχουν πραγματικά χαρισματικοί  που διαισθάνονται χωρίς να μηχανεύονται την μοίρα.

Προσπαθώντας να διασκεδάσει  την παγωμάρα μετά την αμηχανία,  μου λέει …μα φυσικά το αιφον  είναι δώρο ενός μηχανικού…   μόνο ένας μηχανικός θα μπορούσε να σου κάνει τέτοιο δώρο – να θυμηθώ να ζητήσω το νέο μοντέλο σκέφτηκα. Καμιά εξήγηση για  την λεπτομερή περιπλάνηση όλης της δικής μου τελευταίας τριακονταετίας μπροστά στα μάτια μας που χωρίς συστολή απλώθηκε σαν φρέσκο χαμομήλι πάνω σε καμβά για να γίνει γιατρικό. Το να προσπαθήσω να μαζέψω την μπουγάδα με αέρα ήταν άτοπο, τον άφησα χωρίς καμιά εναντίωση να συνεχίσει και να περάσει στα μελλούμενα, τα ταλέντα ξέρουν να σου κρατούν την αναπνοή μέχρι να μην μπορείς να κάνεις αλλιώς.

Εκείνη ακριβώς την στιγμή που δεν ήξερες αν έπρεπε να ερωτευθείς το ταλέντο, να επαινέσεις έναν καλό (?) άνθρωπο που χωρίς να έχει παρουσιαστικό ενός σοφού γέρου, με την εύνοια κάποιας απροσδιόριστης δύναμης,  σε διάβαζε όπως ο Νιο στο Μάτριξ, η Εύα σηκώθηκε λέγοντας «αυτά είναι διαβολικά, δεν θέλω να έχω σχέση…» και φεύγει. Κάτι έχει υποκλέψει ο «άγγελος» μου σκέφτομαι, δεν μπορεί κάτι κρύβει..ο κόσμος είναι γεμάτο συνταγές και στο διαδίκτυο είναι όλες  προσβάσιμες, δεν υπάρχει κάτι χωρίς να γνωρίζουμε τα συστατικά του. Στο κάτω-  κάτω δεν υπήρχε τίποτα πιπεράτο στη ζωή μου ένας φόνος ας πούμε, μια δολοπλοκία και πως θα μπορούσε άλλωστε να το σκεφτόταν κάποιος αν  με έβλεπε μέσα στο τζιν μου   με ύφος μιας που θα έλεγες καλοζωισμένης .

Σε αυτό το σημείο πρέπει να γράψω για την ανατροπή. Σε όλα τα ενδιαφέροντα διηγήματα υπάρχουν ανατροπές που κρατούν τον αναγνώστη. Αν δεν έχετε φύγει μέχρι τώρα, σας λέω ότι η άνεση που ζούσα αναποδογύρισε στα χαϊδεμένα μου αυτιά σε κλάσμα δευτερολέπτου. Η ακρίβεια των πραγμάτων που είχαν ειπωθεί μέχρι εκείνη την στιγμή δεν μου επέτρεπε να γυρίσω  να πω «τώρα αποσύνδεσέ με…»  Αν και υπήρξε σαφής ο «άγγελος» ότι δεν επρόκειτο να μου μιλήσει για θάνατο, για απώλεια αγαπημένων, υπάρχουν και θέματα ίδιας συγκινησιακής δυναμικότητας, με  αυτά  που λέω εγώ ικανά να φύγουν χωρίς κλάμα γιατί ο πόνος είναι ανάξιος ακόμη και για δάκρυα. Τα άκλαυτα λοιπόν  δεν τα αφήνεις  άθαφτα. Κάνεις κανονική κηδεία  και μνημόσυνο αν χρειαστεί. Οπλές καλογυαλισμένες λοιπόν ποδοπατούν κάθε τι εύθραυστο μέσα σου  και είναι γνωστές οι παροιμίες για τα γυαλιά που δεν ξανακολλάνε. Η αίγλη μιας αξιοπρόσεκτης ιστορίας σαν την δικιά μου,  λυγίζει στην αφωνία μιας κηδείας. Η προδοσία της φίλης μου που έφυγε σαν ερωμένη σκηνοθέτη που αποκαλύφτηκε, βαρύνει την ατμόσφαιρα. Ο ρόλος της δίπλα στον άνδρα μου μπορεί να ήταν μικρός,  αλλά τι ταπείνωση μπορεί να λύσει μια πράξη μπροστά σε έναν θεατή, την νόμιμη γυναίκα που συμβαίνει να είναι και η καλύτερη φίλη σου? Το χειροκρότημα της πράξης δεν υπήρξε..Η Εύα έφυγε χωρίς να ακούσει την ετυμηγορία της απώλειας του παραδείσου. Το μήλο σάπισε και έπεσε και μου ήταν αδιάφορο ποιος άλλος το δάγκωσε, μου έφτανε που στον πειρασμό έπεσε αυτή που  είχα περισσότερη εμπιστοσύνη. Όταν συναντάς στη ζωή σου χαντάκι, ανάμεσα σε αυτό που δεν μπορείς να κάνεις και αυτό που πρέπει εξαναγκαστικά να κάνεις, προτιμάς να παγιδευτείς. Έτσι κι  εγώ παγιδεύτηκα σε μια αρρώστια χωρίς να έχω κάνει εμβόλιο.

Δεν ελευθέρωσα το χέρι μου. Ήθελα να μάθω και άλλα. Όχι όμως αυτό που νομίζετε, είχα σχέδια να καταστρώσω, όνειρα να πραγματοποιήσω.  Θα σχεδιάσω άλλη ώρα την εκδίκηση? Δεν είμαι τέρας, τρέφω  ανεκτίμητη αγάπη στα έντομα αλλά αυτά μπορούν και μόνα τους να εξολοθρευτούν.. Η Μαίρη δίπλα μου με έξαψη αλλά με φροντίδα, μού πιάνει το άλλο χέρι. «πάμε να φύγουμε..» μου λέει. Πρέπει να το είπε αρκετές φορές, αλλά ο βαρκάρης πρέπει να πηγαινοήρθε πολλές φορές στον Αδη και δεν έδωσε σημασία στα λόγια της.

Ο «άγγελος» δίπλα μου μερίμνησε για όλα. Μέσα σε δόση ναρκωτικού που με πότισε,  σε λιγότερη από μισή ώρα  έντυσε την ζωή μου με αγάπη, έρωτα και προδοσία. Με γενναιοδωρία ανταπέδωσε την ταπείνωση της στιγμής και τον ρόγχο πληγωμένου ζώου με διαισθαντικές υπέροχες στιγμές μελλοντικής επιτυχίας των παιδιών μου. Όσα το μυαλό αγνοούσε, στο στήθος μου παρέμεναν ακέραια αισθήματα, ολοκληρωμένα, ελάχιστα από αυτά ήταν ετοιμοθάνατα. Μπορεί να άκουσα «σας αγαπάει πραγματικά, θέλει την προσοχή σας, εγωιστικά αλλά αισθάνεται μόνος..» δεν θυμάμαι μπορεί και να έπλεκα εκείνη την ώρα, όπως κάνω κάθε φορά που θέλω στιγμές περισυλλογής και φως σε αδιέξοδα. Όταν κανείς δεν θέλει να ταράξει τα νερά, καταστρώνεις σχέδια πώς να εξαφανίσεις τον άνεμο. Υπάρχει τέτοια δυνατότητα θα μου πείτε? Αν ισχυριστείς πως δεν μπορείς, τότε δεν υπάρχει περίπτωση να έχεις επισκεφτεί το Πόρτο Κουφό.

Ο «άγγελος» μου έφτασε στη στιγμή που έπρεπε να δικαιολογήσει τις γνώσεις του. « Όταν μελετά κανείς την Καμπαλά σε θεωρητικό επίπεδο είναι σαν να μελετά κανείς την "αγάπη" χωρίς ποτέ να την βιώνει σε προσωπικό επίπεδο» μου λέει. «Ο τρόπος προσέγγισης της Καμπαλά  είναι αυτός που σου επέτρεψε να δεις την πραγματικότητα από άλλη διάσταση» συνεχίζει.

«Γιατί εμένα?»  ήταν μια ερώτηση που από την πρώτη στιγμή ήθελα να τον ρωτήσω.
Αυτός ο περιφερόμενος εβραίος καμπαλιστής  που πρώτη φορά έβλεπα στη ζωή μου, που δεν υπήρχε ποτέ πιθανότητα να είχαμε ξανασυναντηθεί, δεν είχαμε κανένα κοινό γνωστό ή φίλο ανέτρεψε  την καθημερινότητά μου αθώα,  έκοψε το σχοινί  σε κατοστάρι.

Με ρώτησες κάτι μου είπε… η απάντηση είναι «ότι με εσένα δεν θα έπληττα..» Κι εγώ που ποτέ δεν υπήρξα ηρωίδα κανενός, αλλά ζούσα όλα τα βιβλία που διάβαζα, συνειδητοποίησα ότι έγινα πρωταγωνίστρια της τελευταίας πράξης μιας ιστορίας που κάποιος την βρήκε ενδιαφέρουσα.

Κοιτάζομαι στον απέναντι καθρέφτη με  αυταρέσκεια. Με βρίσκω όμορφη για σήμερα.Να μη ξεχάσω  να βάψω τα νύχια μου, με εκείνο το βαθύ κόκκινο..

Wednesday, May 9, 2012

Η επόμενη μέρα μετά τον Κατακλυσμό από την Ξανθίππη


Μέσα στη βάρκα μεσοπέλαγα δέκα εκατομμύρια Έλληνες, όσοι αποφάσισαν ομόφωνα να παραμείνουν, κοιτάζονται μεταξύ τους..
- Ούτως ή άλλως η έξοδος ήταν προδιαγεγραμμένη τουλάχιστον ας είναι ηρωική, ψέλλισε κάποιος.
- Καλύτερα που φύγαμε μόνοι μας, δεν θα το άντεχα να μας διώξουν αυτοί, είπε ένας άλλος.
- Εσείς φταίτε που σήμερα ψάχνουμε για πατρίδα τσίριξε ένας θυμωμένος. Εσείς φταίτε που αφήσατε να φύγουν. Έπρεπε να τους κρατήσουμε εδώ να τους λυντσάρουμε για το κακό που μας έκαναν…
Αυτός που έχασε τον άνθρωπό του, δεν μιλάει. Δείχνει να μην ενδιαφέρεται, το ύφος του, «πηγαίνετε όπου θέλετε, δεν με νοιάζει».
Κάποιοι πιάνονται στα χέρια, δεν καταλαβαίνεις τι λένε, αίματα παντού.
- Δεν με πειράζει που πεινάω, τα παιδιά μου είναι άρρωστα μονολογεί η μάνα.
Ο φόβος μέσα στην κιβωτό τρελαίνει τους επιβαίνοντες. Δεν μπορούν να κατέβουν, δεν υπάρχει πια γη γι αυτούς.

Το συγκεκριμένο σενάριο δεν είναι επιστημονικής φαντασίας. Οι Ευρωπαίοι το έχουν ήδη επεξεργαστεί αλλά δυσπιστούν ακόμη. Στην αποφασιστικότητα των Ελλήνων να μπουν στο κιβωτό, στην θρασύτητα που θέλει για να μην υπακούσεις τις εντολές τους, στην δύναμη να εγκαταλείψεις την καλοπέραση που σε έθισαν οι ίδιοι αργά και σταθερά.

Οι δανειστές ξέρουν ότι το χρήμα έχει μόνο ένα συνεταίρο, τον χρόνο. Παίζουν μαζί του, κανείς δεν τους βιάζει, δεν είναι πρόβλημα να παρατείνουν, να αναβάλλουν, να κουρέψουν στο ύψος που θέλουν, ένα χρέος. Οι ίδιοι που παράγουν το χρήμα και είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα γι αυτό, γνωρίζουν ότι η αξία και το προσαυξημένο κέρδος του, προσδίδεται μόνο σε συνάρτηση με τον χρόνο. Όσο εμείς σκεφτόμασταν πως θα πληρώσουμε την πρώτη δόση «ξεφόρτωσαν τα ελληνικά ομόλογα», όσο αγωνιούσαμε να βρούμε χρήματα για τη δεύτερη «έκαναν συμφέρουσες εξαγωγές», όσο προβληματιζόμαστε με τα μέσα και έξω στην ευρωζώνη «τζογάρουν στις αγορές» .

Αν αυτός είναι ο αιώνιος σκοπός τους η διαρκής ανακύκλωση των αποθεμάτων τους αυτό που τους εξυπηρετεί και τους φροντίζει είναι μόνο η διασπορά φόβου. Με τα «ναι» και τα «όχι» κατάφεραν να εγκλωβίσουν ένα ολόκληρο λαό στο αγγλικό δίκαιο που δίνει στο φόβο πλέον και τη βούλα του εθνικού θανάτου.

Έγιναν τόσα λάθη χωρίς φόβο και τώρα φοβούνται για κάτι - που δεν ξέρουν - αν είναι ένα ακόμα περισσότερο ή λιγότερο από αυτά ήδη  έκαναν, φωνάζουν οι αντιμνημονιακοί.
Επαναδιαπραγματεύεσαι μόνο με αποφασισμένους πολίτες και όχι με φοβισμένους ανασφαλείς υποστηρίζουν.

Δεν αντέχουμε την απόλυτη καταστροφή, προτιμούμε να θυσιάσουμε λίγες ομάδες για να σωθούν οι υπόλοιποι, υποστηρίζουν οι μνημονιακοί. Μα ποιούς θα πετάξεις έξω από τη βάρκα?

Για εκείνον που περιμένει μια απάντηση στο «τώρα τι κάνουμε?» η ακρίβεια μπορεί να δοθεί μόνο με ένα δεύτερο σενάριο επιστημονικής φαντασίας.

Την κιβωτό την βλέπουν από μακριά δεκάδες άλλοι λαοί που κινδυνεύουν και αυτοί από κατακλυσμό. Δεν μπορούν να βοηθήσουν, αλλά προβληματίζονται και βλέποντας τα δεινά της ελληνικής κιβωτού αρχίζουν να προετοιμάζονται για ενδεχόμενο κατακλυσμό. Αρχίζουν να τα βάζουν και με τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός δεν αντέχει χωρίς πιστούς , αρχίζει να σκέφτεται ότι το να τρως χωρίς ευχαρίστηση και χωρίς να χωνεύεις δεν είναι και ότι καλύτερο. Σε τελική ανάλυση δεν πετάς μια αγελάδα όταν γεράσει. Μπορεί στην ανάγκη τους για κέρδη, να είναι πρόθεσή τους να την τεμαχίσουν σιγά-σιγά, ακόμη και αν το κρέας της είναι σκληρό?

Ας κάνουμε αισιόδοξες σκέψεις. Η λογική μπορεί να μη κυβερνά τον κόσμο αλλά μεταξύ των Ευρωπαίων, μια Τρίτη και Τέταρτη θεώρηση από τους ηγέτες των υπεύθυνων για τον κατακλυσμό χωρών, μπορεί (το ξέρουν, το περιμένουν, αγωνιούν για τις δικές μας εξελίξεις) να αποβεί σοφότερη της πρώτης. Η ωριμότητα που δεν είχαν από τη στιγμή της πρώτης ένωσης, θα πρέπει να κατακτηθεί με οδυνηρές δοκιμασίες της πραγματικότητας. Διαφορετικά ο φόβος που γεννούν σ’εμάς μέσω των μνημονιακών ηγετών, θα αντιστραφεί μέσα στο σπίτι τους με το φόβο ενός ευρωπαικού τσουνάμι, σενάριο που δεν θα έχει αποδέκτη, ώστε να μπορέσουν να το αντιμετωπίσουν.

Wednesday, April 18, 2012

Με αφορμή «ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΑΣ» από την ΝΑΟΜΙ ΚLEIN

                   


Αυτό που περνάει τώρα η Ελλάδα μοιάζει σε κάποιο βαθμό με αυτό που πέρασε η Νότιος Κορέα κατά τη διάρκεια της ασιατικής οικονομικής κρίσης.










Υπό την έννοια ότι υπάρχει αυτός ο ξεκάθαρος πόλεμος με την δημοκρατία.Στη Νότιο Κορέα βρίσκονταν εν μέσω εκλογών και το ΔΝΤ ανάγκασε όλους τους υποψήφιους για την Προεδρία να υπογράψουν, ότι θα υποστηρίξουν την συμφωνία με το ΔΝΤ.
Στην ουσία ακύρωσαν το νόημα των εκλογών.
Ότι  και να ψηφιστεί, δεν έχει σημασία, η συμφωνία δεν αλλάζει.
Ανησυχούσαν μήπως αυτός με τον οποίον διαπραγματεύονταν δεν είχε αρκετή πολιτική ισχύ ώστε να επιβάλει την συμφωνία και ότι θα έχανε τις εκλογές.
Είναι από τις στιγμές που η μάσκα πέφτει τελείως.
Το σύστημα των αγορών βρίσκεται κατ΄ουσία  σε πόλεμο με τη δημοκρατία.
Το σχέδιο του νεοφιλελευθερισμού είναι να απαξιώσει τη δημοκρατία.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΟΤΗΤΑΣ.

Οι αγορές θέλουν ασφάλεια. Την ασφάλεια ότι οι αγορές δεν θα επιφέρουν καμία αλλαγή στο επιχειρηματικό status quo. Και υπάρχουν πάρα πολλοί μηχανισμοί για να το διασφαλίσουν αυτό.
Η υποτιθέμενη ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα είναι ένας από αυτούς με τον οποίο δηλώνουν ότι οι πολιτικοί δεν μπορούν να αγγίξουν «τα παιχνίδια» τους.
Στο «Δόγμα του Σοκ» γράφω ότι αυτό  έγινε στη Χιλή κατά τις διαπραγματεύσεις για την μετάβαση στη δημοκρατία. Η δικτατορία του Πινοσέτ έληξε όπως ήθελε το καθεστώς Πινοσέτ.  Ήταν μια ελεγχόμενη μετάβαση στη δημοκρατία.
Τα «παιδιά του Σικάγου» εκείνη την περίοδο  έλεγαν ανοικτά ότι προσπαθούσαν να επαναπροσδιορίσουν την έννοια της δημοκρατίας και αναφέρονταν σε αυτή ως «τεχνητή δημοκρατία».
Στην ουσία επρόκειτο για μία δημοκρατία στην οποία η πολιτική δεν άγγιζε την οικονομία.
Χρησιμοποίησαν συνταγματικούς μηχανισμούς ώστε να καταστήσουν αδύνατο ή παράνομο να αλλάξουν οι οικονομικοί κανόνες του παιχνιδιού.
Τα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής είναι ένας τρόπος.
Ένας άλλος τρόπος είναι οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ειπωθεί η ιστορία του νεοφιλελευθερισμού, ως Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΩΣ ΝΑ ΔΕΘΟΥΝ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ  ώστε να μη μπορεί να αλλάξει πραγματικά την οικονομία.
Η Ελλάδα αναφέρεται σαν ένα έθνος παιδιών, που πρέπει να τους πάρουν τα κλειδιά του αυτοκινήτου.
Τμήμα της συνέντευξης της Naomi Klein για την CATASTROIKA by by ThePressProject

Οι εκλογές θα εκτονώσουν το αίσθημα της ασφυκτικής πίεσης που νοιώθει ο Έλληνας,  αλλά θα φέρει λύσεις? Εννιά στους δέκα πολίτες προεξοφλούν ότι η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει δεν θα είναι αυτοδύναμη. Την άποψη αυτή την ασπάζονται και οι περισσότεροι οπαδοί των δύο μεγάλων κομμάτων που πλέον ελπίζουν στην συνεταιρική αυτοδυναμία. Η νέα πολιτική πραγματικότητα είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα και   πέραν  κάθε πιθανού σεναρίου πριν από κάποια χρόνια.

Αυτό λοιπόν που συντελείται σήμερα, ο πολυκερματισμός του κομματικού συστήματος είναι οφθαλμοφανής και ιστορικός. Ο προηγούμενος κατακερματισμός του 1950 υπήρξε απόρροια  του  εμφυλίου και της κατοχής, ο σημερινός θα είναι αποτέλεσμα των μνημονίων. 

Η συνεργασία με μικρά κόμματα για πιθανή αυτοδυναμία κυβέρνησης, εφ΄όσον οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τα δύο μεγάλα κόμματα δεν θα τα καταφέρουν,  θεωρείται πλέον η πιο πιθανή λύση μια κυβέρνηση  «συνασπισμού»  τόση ακριβώς που θα τους φέρει ακριβώς  στο ποσοστό της κυβερνησίας. Να ρίξουμε δηλαδή  τόσο νερό στο αλεύρι όσο χρειάζεται για να φτιάξουμε ψωμί. Αυτό το «όσο σηκώσει» πάντα με προβλημάτιζε..Η ξενοφοβία η ανασφάλεια, ο  φόβος της βιβλικής καταστροφής, συσπειρώνουν τις μνημονιακές  φωνές  ενώ αντίστοιχα δεν ενώνουν τις αντιμνημονιακές  που φαίνεται ότι ζουν σε άλλη εποχή, πιθανότατα αυτή μετά την Δευτέρα Παρουσία.

Η μετάθεση σε άλλα προβλήματα  όπως η μετανάστευση και η έννομη τάξη αποπροσανατολίζουν από το βαρυσήμαντο και ουσιαστικό -ενισχύουν τις ακραίες φωνές - που είναι η ενίσχυση της δημοκρατίας όπως  την ξέραμε. Έφτασε ο καιρός που πρέπει να αγωνιστούμε για το αυτονόητο? Την διατήρηση της αξιοπρέπειας όπως  την ορίζει η ανθρώπινη υπόσταση  μέσα στο περιβάλλον που εμείς ορίσαμε στους αιώνες.

Ψηφοφόρε  η φωνή της διαμαρτυρίας σου πρέπει να έχει σαν στόχο όχι να κάνεις γνωστή την δυσαρέσκειά σου  στους φίλους σου υποψηφίους . Αυτοί,  το πιο πιθανό είναι ότι μετά από αυτή την αναμέτρηση να έχουν λύσει το δικό τους πρόβλημα επιβίωσης. Βεβαιώσου ποιοι είναι οι στόχοι τους και τις ενδεχόμενες συνεργασίες-συμφωνίες που πρόκειται να κάνουν. Η φωνή διαμαρτυρίας σου θα έχει ουσία όταν δεν θα δώσει αυτοδυναμία στα κόμματα και τους ανθρώπους και που μας έφεραν έως εδώ. Γιατί αν έκαναν λάθος μία φορά, είναι βέβαιο ότι θα κάνουν και άλλες ως ανίκανοι να προβλέψουν ή δόλιοι για να μας προειδοποιήσουν και είναι πολύ αργά για συγγνώμες. Επίσης, δυστυχώς τα νέα πρόσωπα  ακολουθούν συγκεκριμένες πολιτικές και δεν θα μπορούν να κάνουν την διαφορά. Ζητώ συγγνώμη από τους φίλους  υποψήφιους που δεν θα τους ψηφίσω. Δεν θέλω άλλες προδομένες αναμετρήσεις.

Σκεπτόμενε ψηφοφόρε, εσύ που δεν είσαι πελάτης κανενός, που δεν είσαι μέρος του συστήματος,  συγκεντρώσου στα προβλήματα που σε απασχολούν και ψήφισε συνειδητά, ώριμα, ανατρεπτικά ίσως με τον μέχρι σήμερα τρόπο σκέψης σου, δίκαια. Μην φοβάσαι τις σειρήνες, κλείσε τα αυτιά σου σε αυτούς που το 
« παίζουν οικονομολόγοι» όταν η μόνη επαφή που είχαν με το αντικείμενο ήταν το χρηματιστήριο. Το γεγονός ότι στις εκλογικές  λίστες είναι πιο πολλοί οι ηθοποιοί-καλλιτέχνες  παρά ειδήμονες κάτι πρέπει να μας πει. Έχουν ακουστεί λύσεις επίπονες αλλά επιστημονικά τεκμηριωμένες. Η αμφιβολία μας ας μην προστεθεί στην άγνοιά μας. Δυστυχώς  για μας, εννοώντας τους ανθρώπους τους φιλήσυχους, μη κομματικοποιημένους,  που γνωρίζαμε μόνο την δουλειά και την ανταμοιβή της,  δεν υπάρχει σήμερα μέσος δρόμος ούτε και μεσοβέζικες λύσεις. Ας σκεφτούμε το αύριο, όχι αυτό μετά από 40 χρόνια,  αλλά αυτό που θα προλάβουν να χαρούν τα παιδιά σου. Ίσως για πρώτη φορά να πρέπει να ψηφίσουμε  «δια της ατόπου απαγωγής και όχι της μαθηματικής επαγωγής»…. δυναμικά όμως.

Το παρόν δεν γράφτηκε με σκοπό να ενισχύσει κανένα υποψήφιο ούτε κάποιο συγκεκριμένο κόμμα. Τροφή για σκέψη, κυριότερα για μένα την ίδια,  αλλά και  για  όποιον ταλανίζεται.

ΞΑΝΘΙΠΠΗ

Sunday, January 22, 2012

H COSA NOSTRA του Βορρά ή «το ορφανό στην αγκαλιά του λύκου θα καταλήξει».

Κατάλαβα τελικά ότι για να κάνεις τοκογλυφία δεν χρειάζονται πολλά. Κατά  πρώτον  να είσαι Θεσσαλονικιός ή Σερραίος. Το δεύτερο να έχεις nicknames επαρκώς ευφάνταστα που να αποκλείουν πιθανότητες ταυτοποίησης με άλλα πρόσωπα της “βορειοελλαδίτικης αφρόκρεμας”. Καλά τώρα, μη περιμένετε ονόματα εκμαιευμένα από λογοτεχνία, αρκεστείτε  σατυρική αδεία από κωμωδία.

Βούδας (αρχηγός)
Χούνης (β΄αρχηγός)
Γκούφης, Ηλίας ή ψηλός
Κάπο
Ψωμάς, Θωμάς ή Σαμψών
Νικόλας ή φουσκωτός
Σπάρτακος
Ζαμπέτας
Τίμος
Κουφάλιας
Γιάννης ο Μπλακ, Γιαννάκης ή Τζον Γουέιν
Σόφος
Αλέκος ή Κουμπάρος
Κολιός
Μπίλλης, Βασίλης ή γιατρός
Γιώργος ή Σουηδός
Γιάνναρος
Διεφθαρμένος
Mπαμπούκας
και δεν θα μπορούσε να λείπει η Μικαέλα, Mωρό ή Αγάπη...

(από το συνοδευτικό δικογραφίας της Ελληνικής Αστυνομίας προς την Εισαγγελία. Κυκλοφόρησε σκαναρισμένο !! στο διαδίκτυο σύνολο 193 σελίδες... -->
www.scribd.com/doc/78939869/%CE%9F%CE%BB%CF%8C%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%BF-%CF%84%CE%BF-%CE%94%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%95%CE%9B-%CE%91%CE%A3-%CF%83%CF%84%CE%BF-planet-greece

Ο υπόκοσμος της Θεσσαλονίκης  δεν ήταν υπεράνω υποψίας ούτε βέβαια πιστεύει κανείς ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να παρανομούν  με το έγκλημα της τοκογλυφίας χωρίς να γίνονται αντιληπτοί. Με τα χρόνια όμως, ήμασταν τόσο συνηθισμένοι στο να υποκρινόμαστε ότι όλα είναι ωραία μέσα στο νομιμοφανές περιβάλλον που λειτουργούσε υπέροχα σαν καλολαδωμένο carousel,  ώστε καταλήξαμε να αυτοαπατώμεθα… 

Πόσο εύκολο είναι να αυτοαπατηθεί κανείς? Η μίμηση σε ότι είναι ευτελές και απαξιωτικό  είναι πιο εύκολη, ο κύκλος των κολάκων δίνει άλλοθι σε εσωστρεφείς κοινωνίες, η φοβία του μικροαστισμού  «να σε δείξουν με το δάχτυλο» υπακούοντας σε μια  ομερτά,  υποδεικνύει τη μη συνεργασία με το κράτος και τη νομιμοφροσύνη.

Η Σικελία ήταν πολύ Καθολική (αν και με πολύ ...τοπικό τρόπο) και έβλεπε με καχυποψία τους ξένους. Η Θεσσαλονίκη είναι πολύ Ανθιμική και αρκετά εσωστρεφής ώστε τη μαφία της να την ποτίσει με λίγο τοπικό αγίασμα και  με  άρχοντες που επαίρονται στον γάμο του αρχιμοφιόζου για την τριακονταετή φιλία μαζί του. 

Μα φυσικά υπάρχει και Ρώσικη και Γεωργιανή ίσως και άλλη αλλόγλωσση  μαφία. Τα πλοκάμια όμως της μιας δεν μπερδεύονται με των άλλων - αυτό πρόκυψε από τις συλλήψεις - απόδειξη ότι  η μαφία μας είναι και ρατσιστική.

Η απογοήτευση ήρθε όταν με την λέξη «μαφιόζος» θα περίμενε κάποιος να ενέχει και κάποια ψήγματα τιμής, γενναιοδωρίας, ευγένειας όπως συναισθηματικά καλύπτεται η λέξη από ταινίες αλλά και από την ανάγνωση του  βιβλίου του John Dickie  «Κόζα Νόστρα: Η ιστορία της σικελικής Μαφίας» (Μετάφραση: Γιάννης Καστανάρας. Επιμέλεια: Αλέξανδρος Καλοφωλιάς. Εκδόσεις Κανάκη, Οκτώβριος 2007)
Ποταπή, επικίνδυνη, χωρίς καμία αρετή, έστω λίγη καλλιέργεια βρε αδερφέ, που προκαλούσε το «σεβασμό» με  φοβία και εκβιασμό, την τοπική κοινωνία με επιδειξιομανίστικες φανφάρες και ποτάμια συμφέροντος, ανθρώπους  αδύναμους, που ότι κέρδιζαν τα ξόδευαν σε τζόγο και  ασωτία.

Η μαφία μας δείχνει την κοινωνία μας. Όλες οι κοινωνίες έχουν τις δικές τους. Μια κοινωνία για να είναι αυθεντική, να λειτουργεί, θέλει και τα διαόλια της. Όλους εμάς τους «τίμιους» που τα αναγνωρίζαμε και δεν τα ομολογούσαμε. Δανειστήκαμε το δηλητήριο από τους διεφθαρμένους και το εντάξαμε στην καθημερινή μας ζωή. «Ο διεφθαρμένος σαν να πάσχει από ίκτερο, βλέπει με το κιτρινισμένο του μάτι όλα τα αντικείμενα ακάθαρτα και κηλιδωμένα» - Θερβάντες

Υπήρχε κάτι που μπορούσε να κάνει ο Θεσσαλονικιός χωρίς να ταράξει την ηρεμία του? Κανένας δεν μπορεί να σηκώσει βάρος μόνος του. Το τρίπτυχο πολιτική-εκκλησία-μαφία στο βαθμό που μπλέχτηκε το ένα με το άλλο  θα μπορούσε να ξεδιαλύνει -  αν λέω αν -  όπως κάποιος έμπαινε σε ένα πολιτικό γραφείο ή επισκεπτόταν τον πνευματικό του για να εξομολογηθεί, με την ίδια ευκολία να   επέμενε ότι γνωρίζει, ότι δεν το ανέχεται, ότι τον αφορά. Αυτή η γνώση έχει δυναμική ισχύ όταν  την άμαξα την οδηγούν πολλά «βόδια» και όχι μόνο ένα. Η λίμνη ταράζεται με την πέτρα που θα ρίξεις και η μίμηση σού επιτρέπει να ελπίζεις, ότι μετά από σένα, πιθανότατα να ακολουθήσουν και άλλοι που θα την ταράξουν  με πλήθος πετροβολιές.

Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβει ο καθένας μας ότι η σιωπή μάς οδήγησε μέχρι εδώ. Σιωπή όμως που επιβλήθηκε απο την περιρρέουσα γνωστή διαπλοκή όπου η κάθε καταγγελία, ακόμα και ανώνυμη, άμεσα φτάνει στα αυτιά των καταγγελουμένων. Οχι δεν επιθυμώ να καταλήξω «μπετονιασμένος» στην κοίτη του Θερμαικού και έτσι σκάζω.. Το πρόβλημα μετατίθεται σε πρόβλημα εμπιστοσύνης στην λειτουργία των θεσμών  και στην Δημόσια Εξουσία. 

Απορίας άξιο είναι γιατί αποκαλύφθηκαν όλα σήμερα όταν η δράση των συγκεκριμένων οργανώσεων φτάνει μέχρι και δεκαπέντε χρόνια πίσω? Σε μια «προσωρινή κυβέρνηση» που νίπτει τας χείρας της και εντός προεκλογικής περιόδου ποιος έχει το πλεονέκτημα να «χαίρεται» από τον πολιτικό θάνατο αρχιδελφίνου που έμμεσα εμπλέκεται?  Γιατί όλα πήραν τον δρόμο τους αμέσως μετά τα πισωγυρίσματα των οικονομικών εισαγγελέων ? Ο χρόνος που τρέχει και φαίνεται ότι θα μας βασανίσει πέρα από τη φτώχεια που θα μας χαρίσει δεδομένα για τους περισσότερους από εμάς, θα γίνει και προάγγελος αλήθειας? Τον κατασπαταλήσαμε  και τώρα μας εκδικείται τσακίζοντας μας. Δεν θα απορήσω αν τα γεγονότα που αφορούν πολιτική-δικαιοσύνη γίνουν τουβλάκια ντόμινο που θα μας «τιμωρήσουν» για την απόλυτη οκνηρία μας. Έχω την πεποίθηση ότι η Cosa Nostra του βορρά είναι μόνο η αρχή. Θα ακολουθήσουν και άλλες που  πιθανότατα να έχουν αλληλουχία και συνδετικό κρίκο όχι απαραίτητα εμφανή.  Η στιγμή θα είναι γλυκιά για εμάς τους θεατές γιατί θα μας δώσει την ευχαρίστηση του γλυκού μετά από τους συνδαιτημόνες του συμποσίου «μαζί τα φάγαμε». Μια εξουσία δεν μπορεί να είναι διαρκής όταν στηρίζεται σε διαφθορά, αδικία και προδοσία.

Όποιος πάει να ζητήσει δανεικά από τοκογλύφους ζητά πίκρα, γίνεται δουλοπάροικος συμφερόντων, κολυμπά σε  θάλασσα με ανοιχτό ορίζοντα χωρίς έστω και ένα νησάκι ορατό στο οπτικό του πεδίο. Όσο και να προσπαθήσει,  όσες αντοχές και να έχει, έχει  απωλέσει την τιμή και την αξιοπρέπειά του. Οποιος τρώει με τον διάολο πρέπει να έχει γερό στομάχι. 

Πόσο άμοιρο ευθυνών είναι  το τραπεζικό μας σύστημα?
Για την  κοινωνική ανάγκη θα έπρεπε να υπάρχει σεβασμός, αλληλεγγύη και δικαιοσύνη από τη λειτουργία του Τραπεζικού συστήματος. Τα ονόματα κάποιων επιχειρηματιών θυμάτων  που δημοσιεύτηκαν, αποδεικνύουν ότι η ανεκτικότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων απέναντί τους είχε εξαντληθεί. Μπορεί εν μέρει να αληθεύει αλλά δεν παύει η αδιαλλαξία τους να  ωθεί στην παραβίαση των νόμων όταν δεν υπάρχει άλλο μέσο οικονομικής ανακούφισης. Είναι δουλειά του κράτους να οργανώνει την μηχανή που παράγει. Ας μας πουν τι κάνουν σήμερα που οι «κάνουλες» των τραπεζών έχουν κλείσει και που όσα πακέτα κεφαλαίων στήριξης και να τις δίνουν, ελάχιστα κεφάλαια  από αυτά καταλήγουν στον επιχειρηματία. Το ίδιο το κράτος έμμεσα και με την αδιαλλαξία του συντηρεί την εγχώρια αλλά και την ξενόφερτη μαφία.

Είναι ανόητα όλα τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν για την εντοπιότητα του εγκλήματος. Το έγκλημα δεν έχει καταγωγή γιατί από πουθενά δεν έλλειψε η ανάγκη. «Αν η φτώχεια είναι η μητέρα του εγκλήματος, η σκληρή ανάγκη είναι ο πατέρας του» - Μπρυγέρ.

Δείξτε μου μια κοινωνία που να μην έχει ανάγκες και να έχει την δυνατότητα να προλαμβάνει  όταν μπορεί. Μπορώ  να σας δείξω όμως ανθρώπους που δεν κοκκινίζουν από το έγκλημα, τη ματαιοδοξία τους  και τις αδυναμίες τους. Αυτό το δώρο να κάναμε στον εαυτό μας. Να μπορούσαμε να ντρεπόμασταν. Θα ήταν το μαχαίρι που θα κόβαμε τα ρόδα.
---oOo---